- διαβῆναι
- διαβαίνωstrideaor inf act
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
CURSUS — I. CURSUS Graece Δρόμος, in Aegyptiorum templis, dictum est in ingressu eorum pavimentum, Latitudine iugeri aut paulo minus, Longitudine triplâ, aut quadruplâ, apud Callimachum. Λιθόςτρωτον vocat Strabo, l. 17, post quam partem erat Προπύλαιον… … Hofmann J. Lexicon universale
πέραν — ΝΑ (επικ. και ιων. τ. πέρην) επίρρ. (ως τοπ.) 1. στο απέναντι ή στο αντίθετο μέρος, στην απέναντι πλευρά, αντίπερα κάποιου («πέραν τοῡ Ἑλλησπόντου», Θουκ.) 2. πιο πέρα από κάτι, επέκεινα («ἐπήλθε πέραν τοῡ χειμάρρου τῶν κέδρων, ὅπου ἦν κήπος»,… … Dictionary of Greek
παρεξελαύνω — ΜΑ [εξελαύνω] εξέρχομαι από κάτι («τοῡ ἀγαθοῡ παρατρέπη καὶ παρεξελαύνῃ», Νικ. Δαυίδ) αρχ. 1. περνώ οδηγώντας, προχωρώ κοντά σε κάποιον 2. υπερτερώ σε αγώνα, ξεπερνώ («εἰ γὰρ κ ἐν νύσση γε παρεξελάσησθα διώκων», Ομ. Ιλ.) 2. περνώ κωπηλατώντας,… … Dictionary of Greek